Επιλογές πολιτικής για τη γεωργία και την αγροτική οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Οι αγροτικές περιοχές και η γεωργία διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην ανάπτυξη μιας βιώσιμης οικονομίας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα [10]. Υπάρχουν διάφορες διεθνείς και ευρωπαϊκές πολιτικές για την αγροτική οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που μπορούν να πλαισιώσουν την ανάπτυξη των δικών τους βιώσιμων επιχειρηματικών στρατηγικών από τους γεωργούς, ως εξής:
Α) Σε διεθνές επίπεδο, τον Σεπτέμβριο του 2015, τα Ηνωμένα Έθνη ενέκριναν την Ατζέντα 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη που περιλαμβάνει μια σειρά από 17 στόχους βιώσιμης ανάπτυξης (ΣΒΑ), μια επείγουσα και καθολική έκκληση για δράση ώστε να επιτευχθεί βιώσιμη ανάπτυξη για όλους [3] [19]. Έκτοτε, οι ΣΒΑ διαμορφώνουν τις πολιτικές, τα προγράμματα και τη χρηματοδότηση σε διεθνές, ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, με τη γεωργία να είναι ο μόνος τομέας που είναι οριζόντιος για τους 17 ΣΒΑ [18] [17].
Πλαισιωμένες από τους ΣΒΑ, οι χώρες μπορούν να αναλάβουν μια σειρά από 20 αλληλένδετες δράσεις που προτάθηκαν από τον FAO για να βοηθήσουν τους αγροτοεπιχειρηματίες τους να υιοθετήσουν βιώσιμες γεωργικές πρακτικές [18]. Οι δράσεις αυτές αντιστοιχούν σε διάφορους τομείς πολιτικής που μπορούν να εφαρμοστούν σε εθνικό και τοπικό επίπεδο για να ενδυναμωθούν οι αγροεπιχειρηματίες να χρησιμοποιούν τους πόρους με βιώσιμο τρόπο μέσω νέων αλυσίδων αξίας, επιχειρηματικών μοντέλων και δεξιοτήτων [10].
- Από τις 20 αλληλένδετες δράσεις του FAO που βασίζονται στους 17 ΣΒΑ, οι ακόλουθες 10 αφορούν τη συμβολή του τομέα σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα [18]:
- – Ενθαρρύνετε τη διαφοροποίηση της παραγωγής και του εισοδήματος, δηλαδή την καλλιέργεια πολλαπλών καλλιεργειών για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή και τις φυσικές καταστροφές μέσω της διατήρησης της βιοποικιλότητας, της βελτίωσης της υγείας του εδάφους και των φυτών και της μείωσης της έκθεσης σε παράσιτα, ασθένειες ή ακραία καιρικά φαινόμενα.
- – Ανάπτυξη των γνώσεων των παραγωγών και ανάπτυξη των ικανοτήτων τους με επιχειρηματικό προσανατολισμό και επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες για την καλύτερη κατανόηση των πιο πράσινων γεωργικών συστημάτων και της βιώσιμης κοινωνικοοικονομικής επιχειρηματικότητας, συμπεριλαμβανομένης της σύνδεσης της γεωργίας με άλλους τομείς (π.χ. τουρισμός).
- – Ενίσχυση της υγείας του εδάφους και αποκατάσταση της γης, καθώς το έδαφος αποτελεί τη μεγαλύτερη δεξαμενή χερσαίου οργανικού άνθρακα, μετριάζοντας την κλιματική αλλαγή μέσω της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω διαφόρων πρωτοβουλιών, όπως το νερό, η βιώσιμη διαχείριση του εδάφους και της γης και η καταπολέμηση της αποψίλωσης των δασών.
- – Προστασία του νερού και διαχείριση της έλλειψης, καθώς το νερό παίζει βασικό ρόλο στην προσαρμογή των αγροτικών επιχειρήσεων στις κλιματικές αλλαγές για τις καλλιέργειες και την κτηνοτροφία. Συνεπώς, η προώθηση της βιώσιμης διαχείρισης του νερού και της αποδοτικότητας στη γεωργία, ιδίως μέσω της βελτίωσης της γνώσης, της έρευνας και της καινοτομίας, είναι εξαιρετικά σημαντική.
- – Ενσωμάτωση της διατήρησης της βιοποικιλότητας και προστασία των λειτουργιών των οικοσυστημάτων, δηλαδή διατήρηση, παρακολούθηση και χρήση ενός ευρέος φάσματος της εγχώριας φυτικής και ζωικής ποικιλότητας για την προσαρμογή στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, σε συνδυασμό με τη δημιουργία περιοχών διατήρησης λόγω της υποβάθμισης των φυσικών οικοτόπων.
- – Μείωση των απωλειών, ενθάρρυνση της επαναχρησιμοποίησης και της ανακύκλωσης και προώθηση της βιώσιμης κατανάλωσης. Κάθε χρόνο ο κόσμος χάνει ή σπαταλά περίπου το ένα τρίτο των τροφίμων που παράγει, γεγονός που αποτελεί απειλή για την επισιτιστική ασφάλεια, σπατάλη πόρων, ολοένα και μεγαλύτερη πίεση στα οικοσυστήματα και κίνδυνο για το περιβάλλον με τη μορφή εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η μείωση των απωλειών τροφίμων, η επαναχρησιμοποίηση και η ανακύκλωση των υπολειμμάτων μέσω της κομποστοποίησης, η προώθηση πιο βιώσιμων καταναλωτικών προτύπων και ο εντοπισμός εγχώριων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για τη μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος της παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων αποτελούν σχετικές πρακτικές για αποδοτικότερα συστήματα τροφίμων και μεγαλύτερες δεσμεύσεις για μια κυκλική οικονομία στα τρόφιμα και τη γεωργία.
- – Πρόληψη και προστασία από (φυσικά) σοκ: ενίσχυση της ανθεκτικότητας έναντι φυσικών κινδύνων και καταστροφών με την ενίσχυση των θεσμικών και τεχνικών ικανοτήτων για τη μείωση του κινδύνου καταστροφών. Για τους γεωργούς, αυτό μπορεί να σημαίνει διαφοροποίηση των πηγών εισοδήματός τους (π.χ. αγροτουρισμός), διαφοροποίηση των γεωργικών πρακτικών και απομάκρυνση από τα εντατικά γεωργικά συστήματα, ενσωμάτωση στρατηγικών για την κλιματική αλλαγή και αντιμετώπιση της κλιματικής μεταβλητότητας με τη χρήση νέων τεχνολογιών πρόβλεψης.
- – Αντιμετώπιση και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Ως σημαντική πηγή εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, είναι σημαντικό η γεωργία και άλλοι τομείς χρήσης γης να αποτελέσουν μέρος της λύσης για το κλίμα. Ως εκ τούτου, οι γεωργοί ενθαρρύνονται να ακολουθήσουν μια κλιματικά έξυπνη προσέγγιση (βλ. Κεφάλαιο 1) με στόχο τη βιώσιμη αύξηση της γεωργικής παραγωγικότητας και του εισοδήματος, με ταυτόχρονη προσαρμογή και οικοδόμηση ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
- Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικοσυστημάτων στην εντατικοποίηση της γεωργίας, δηλαδή στη μεγάλης κλίμακας παραγωγή μεμονωμένων καλλιεργειών (μονοκαλλιέργεια) ή στην εντατική κτηνοτροφία. Τα ολοκληρωμένα συστήματα που περιλαμβάνουν μικτές καλλιέργειες, καλλιέργειες-κτηνοτροφία, αγροδασοκομία, δενδροκαλλιέργειες-κτηνοτροφία, καθώς και την προώθηση της γεωργικής κληρονομιάς έχουν αποδείξει την ικανότητά τους να αντιμετωπίζουν την κλιματική μεταβλητότητα και να αντιμετωπίζουν πολλά ζητήματα βιωσιμότητας που αφορούν την επισιτιστική ασφάλεια, τη βιοποικιλότητα, τη χρήση γης, το νερό και τη διαχείριση των δασών.
- Ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου και του συντονισμού για τη συμβολή σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση προς τη βιωσιμότητα που περιλαμβάνει την καταγραφή των σχετικών τομεακών πολιτικών, τη χαρτογράφηση και ανάλυση των στρατηγικών μεταξύ οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών τομέων και την αξιολόγηση της κατάστασης βιωσιμότητας της γεωργίας και των επισιτιστικών συστημάτων, τον προσδιορισμό των βασικών ζητημάτων και των σχετικών δράσεων, λαμβάνοντας υπόψη τους ΣΒΑ, τις εθνικές στρατηγικές και τη συνεργασία με άλλους γεωργικούς επιχειρηματίες και τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. γεωργοί και οργανώσεις παραγωγών, ΜΜΕ, τοπική κοινότητα, φορείς λήψης αποφάσεων).
– Ενίσχυση των συστημάτων καινοτομίας, δηλαδή αύξηση των επενδύσεων στη γεωργική Ε&Α, καθώς η καινοτομία αποτελεί την κύρια κινητήρια δύναμη για τον μετασχηματισμό της γεωργίας και της υπαίθρου, συμπεριλαμβανομένης όχι μόνο της χρήσης νέων τεχνολογιών και βελτιωμένων δεξιοτήτων, αλλά και της εφαρμογής νέων πρακτικών, όπως βελτιωμένες ποικιλίες καλλιεργειών, αγροοικολογικές πρακτικές και βιοτεχνολογίες, για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η βελτίωση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας, η αύξηση του εισοδήματος και η μείωση των κινδύνων, η δημιουργία νέων ευκαιριών στην αγορά και η μείωση της υποβάθμισης των φυσικών πόρων.
- B) Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στοχεύει να στηρίξει τη βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη μέσω διαφόρων πρωτοβουλιών, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας [10], ενός συνόλου προτάσεων για να καταστήσει τις πολιτικές της ΕΕ για το κλίμα, το περιβάλλον, την ενέργεια, τη γεωργία, τη βιομηχανία, τις μεταφορές, την Ε&Α, τα οικονομικά και την περιφερειακή ανάπτυξη κατάλληλες για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030 [1] και, τελικά, για να μπορέσει η Ευρώπη να γίνει μια κλιματικά ουδέτερη και αποδοτική ως προς τους πόρους οικονομία έως το 2050 [10]. Η Πράσινη Συμφωνία υλοποιείται, δηλαδή παρέχει ένα πλαίσιο πολιτικής και χρηματοδότησης μέσω άλλων πρωτοβουλιών πολιτικής που επηρεάζουν άμεσα τη συμβολή της γεωργίας, ιδίως το ρόλο των αγροτικών επιχειρήσεων, σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι οι ακόλουθες [2] [5] [10] [16]:
- – Μακροπρόθεσμο όραμα για τις αγροτικές περιοχές έως το 2040. Θεωρείται ως η σημαντικότερη πολιτική πρωτοβουλία για την προώθηση της αγροτικής οικονομίας χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρώπη, δρομολογήθηκε το 2021 και προσδιόρισε τις σημαντικότερες προκλήσεις για τις αγροτικές περιοχές, επιδιώκοντας να τις ενισχύσει ώστε να γίνουν πιο ανθεκτικές με την αποκατάσταση των τοπίων, το πρασίνισμα της γεωργίας και την υποστήριξη της ουδετερότητας του άνθρακα μέσω της ηγεσίας στη βιολογική και κυκλική οικονομία, καθώς και τη βελτίωση του ψηφιακού αλφαβητισμού και τη διαφοροποίηση των οικονομικών δραστηριοτήτων (π.χ. αγροτουρισμός). Περιλαμβάνει ένα αγροτικό σύμφωνο, το οποίο αναμένεται να αποτελέσει πλατφόρμα για τη συνεργασία των ενδιαφερόμενων φορέων, συμπεριλαμβανομένων των αγροτικών επιχειρηματιών, για την επίτευξη των κοινών στόχων της ΕΕ για τις αγροτικές περιοχές, και ένα σχέδιο δράσης για την ύπαιθρο που περιλαμβάνει την αξιοποίηση της βιώσιμης γεωργίας (π.χ. βιώσιμη διαχείριση του εδάφους, δημιουργία καταβόθρας άνθρακα με επενδύσεις στην επανυδάτωση υγροτόπων και τυρφώνων, υποστήριξη της ενεργειακής μετάβασης και της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής) και διαφοροποιημένες οικονομικές δραστηριότητες (π.χ. προώθηση του αγροτουρισμού, αναγνώριση των τοπικών προϊόντων).
- – Κοινή γεωργική πολιτική (ΚΓΠ). Ξεκίνησε το 1962 και αποτελεί μια εταιρική σχέση μεταξύ της Ευρώπης και των γεωργών με στόχο την επισιτιστική ασφάλεια, τη βελτίωση της γεωργικής παραγωγικότητας, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων, τη διατήρηση των αγροτικών περιοχών και την ενίσχυση της οικονομίας τους. Ως κοινή πολιτική για όλες τις χώρες της ΕΕ, παρέχει χρηματοδότηση στους γεωργούς για την παραγωγή τροφίμων, καθώς και στήριξη στα περιφερειακά και εθνικά σχέδια αγροτικής ανάπτυξης. Μέσω αυτών των σχεδίων, οι αγροτοεπιχειρηματίες μπορούν να ασχοληθούν με την αποδοτικότητα των πόρων, τις χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και την κλιματική ανθεκτικότητα και τη διατήρηση των οικοσυστημάτων.
– Πρόγραμμα περιβαλλοντικής δράσης. Ξεκίνησε για πρώτη φορά το 1973 και βρίσκεται στην 8η έκδοσή του (έως το 2030), καθορίζοντας το μακροπρόθεσμο όραμα για το περιβάλλον της Ευρώπης και στοχεύοντας στην επιτάχυνση της μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη και αναγεννητική οικονομία, με στόχους ευθυγραμμισμένους με την ευρωπαϊκή πράσινη συμφωνία, συμπεριλαμβανομένης της επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, της επιδίωξης μηδενικής ρύπανσης του αέρα, του εδάφους και των υδάτων και της αποκατάστασης της βιοποικιλότητας και του φυσικού κεφαλαίου. Αποτελεί τη βάση της ΕΕ για την επίτευξη των ΣΒΑ του ΟΗΕ μέχρι το 2030, με βάση έξι στόχους προτεραιότητας: (i) επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για το 2030 και της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050- ii)ενίσχυση της προσαρμοστικής ικανότητας όλων των τομέων, ενίσχυση της ανθεκτικότητας και μείωση της ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή- iii) προώθηση προς ένα αναγεννητικό μοντέλο ανάπτυξης, αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από την υπερβολική χρήση πόρων και την περιβαλλοντική υποβάθμιση και επιτάχυνση της μετάβασης σε μια κυκλική οικονομία, (iv) επιδίωξη της φιλοδοξίας μηδενικής ρύπανσης, μεταξύ άλλων για τον αέρα, το νερό και το έδαφος- v) προστασία, διατήρηση και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου- και vi) μείωση των περιβαλλοντικών και κλιματικών πιέσεων που σχετίζονται με την παραγωγή και την κατανάλωση.
Καθώς κάθε αγροτική περιοχή και αγροτική επιχείρηση είναι μοναδική, οι αγροτοεπιχειρηματίες πρέπει να εξετάσουν ποιες είναι οι καλύτερες εναλλακτικές πολιτικές και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα που αντικατοπτρίζουν καλύτερα την επιχείρησή τους, το περιβάλλον οικοσύστημα και την προθυμία τους να μεταβούν σε βιώσιμες πρακτικές και να υποστηρίξουν μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Περίληψη
Οι αγροεπιχειρηματίες μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη μιας αγροτικής οικονομίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Πλαισιωμένοι από διεθνείς, ευρωπαϊκές, εθνικές και περιφερειακές πολιτικές και στρατηγικές, θα πρέπει να δράσουν ως βασικοί παράγοντες αλλαγής στις αγροτικές περιοχές και να προωθήσουν πιο βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα, να καταπολεμήσουν τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και να συμβάλουν στην επίτευξη κοινών στόχων βιώσιμης και περιβαλλοντικής πολιτικής. Η Ατζέντα 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη και οι ΣΒΑ αποτελούν το πλέον αναγνωρισμένο διεθνές πλαίσιο πολιτικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η γεωργία διαδραματίζει καίριο και εγκάρσιο ρόλο σε όλους τους ΣΒΑ, οι οποίοι παρέχουν μια σχετική πλατφόρμα για τη συγκριτική αξιολόγηση των στρατηγικών μετάβασης σε πιο πράσινες επιχειρηματικές προσεγγίσεις στη γεωργία. Σε επίπεδο ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία υποστηρίζει τον καθορισμό πολιτικής και τη χρηματοδότηση σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας και των αγροτικών περιοχών, παρέχοντας σαφείς στόχους και προτεραιότητες πολιτικής και στρατηγική χρηματοδότηση για τη στήριξη των αγροτικών επιχειρήσεων ώστε να μειώσουν την ευπάθειά τους στην κλιματική αλλαγή και να επιταχύνουν τη μετάβαση σε βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα. Ερωτήσεις για προβληματισμό: 1. Με ποιους τρόπους θα πρέπει να συμμετέχουν οι γεωργικές επιχειρήσεις στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με νέες επιλογές πολιτικής και στρατηγικές που επηρεάζουν άμεσα την επιχείρησή τους; 2. Ποιες είναι οι σημαντικότερες διεθνείς και ευρωπαϊκές προτεραιότητες για τους γεωργικούς επιχειρηματίες για τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο; 3. Πόσο αποτελεσματικά είναι τα τρέχοντα διαθέσιμα συστήματα χρηματοδότησης για τους γεωργικούς επιχειρηματίες για τη στήριξη της ανάπτυξης των αγροτικών οικονομιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα; |